GLOSSARY ENTRY (DERIVED FROM QUESTION BELOW) | ||||
---|---|---|---|---|
|
13:44 Jul 20, 2009 |
English to Greek translations [PRO] Art/Literary - Art, Arts & Crafts, Painting | |||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
| Glossary-building KudoZ This question was created by: This question is closed
Selected response from: Ioannis Chatzilaris Grading comment
|
Summary of translations provided | ||||
---|---|---|---|---|
5 +3 | Χαρακτικό |
| ||
5 +1 | γκραβούρα |
|
γκραβούρα Definition from Βικιλεξικό: 1. Μέθοδος χαρακτικής πάνω σε ένα σκληρό υλικό, συνήθως χρησιμοποιούμενη από καλλιτέχνες. 2. Το έργο τέχνης που παράγεται από την ομώνυμη μέθοδο. 3. Στην ηλεκτρονική, η πράξη κατά την οποία αφαιρείται ένα υλικό που καλύπτει ένα σκληρό υπόστρωμα, σύμφωνα με ένα σχέδιο. Example sentence(s):
|
| |
Login to enter a peer comment (or grade) |
Χαρακτικό Definition from wikipedia: Σήμερα, συνήθως με τον όρο χαρακτική αναφερόμαστε στην εγχάραξη σχεδίων και συμβόλων σε μια επιφάνεια, η οποία κατόπιν θα χρησιμεύσει ως πλάκα για την παραγωγή αντιτύπων σε χαρτί. Το έργο (αντίτυπο σε χαρτί ή άλλο μέσο) που δημιουργείται κατ' αυτόν τον τρόπο αποκαλείται χαρακτικό. Example sentence(s):
Explanation: Αξιόπιστες πηγές αναζήτησης του όρου είναι οι ιστοσελίδες των Ελλήνων χαρακτών. |
| |