GLOSSARY ENTRY (DERIVED FROM QUESTION BELOW) | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
|
20:56 Jun 14, 2013 |
English to Greek translations [PRO] Medical (general) | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
|
| ||||||
| Selected response from: Ourania Anagnostopoulou Greece Local time: 23:45 | ||||||
Grading comment
|
Summary of answers provided | ||||
---|---|---|---|---|
3 +6 | κνησμός (φαγούρα) |
| ||
4 | αίσθημα κνησμού |
|
pruritus itchness αίσθημα κνησμού Explanation: pruritus (λατ prurire = ξύνομαι) κνησμός (ελλ αρχ κνήθω = ξύνω) |
| |
Login to enter a peer comment (or grade) |
pruritus itchness κνησμός (φαγούρα) Explanation: Ίσως το κείμενο να έχει ένα τυπογραφικό λάθος, δηλαδή να λείπει η παρένθεση στα αριστερά και δεξιά της λέξης 'itchness', καθώς και οι δύο λέξεις σημαίνουν το ίδιο πράγμα, δηλαδή το 'pruritus' κνησμός και το 'itchness' φαγούρα, απλώς ο πρώτος όρος είναι πιο επίσημος ενώ ο δεύτερος όχι. Ίσως δηλαδή το 'itchness' να λειτουργεί ως επεξήγηση στο 'pruritus'. |
| |
Grading comment
| ||